Τα όρια του παρασιτισμού και μια νέα «Μεγάλη Ιδέα».
Ανακοίνωση του κινήματος Άρδην
Ρεαλισμός, κανονικότητα, ανάπτυξη, στήριξη της εργασίας και της επιχειρηματικότητας. Αυτοί ήταν οι πυλώνες του διαγγέλματος Μητσοτάκη στις 20 Μάϊου, καθώς και των υπουργών του που ακολούθησαν για να συγκεκριμενοποιήσουν μέτρα 24 δισ. ευρώ. Πολλοί δημοσιογράφοι, αναφερόμενοι στα μέτρα της κυβέρνησης, σχολίασαν ευνοϊκά την επιλογή στήριξης των ενεργών οικονομικών παραγόντων της ελληνικής κοινωνίας, του κόσμου της εργασίας και των επιχειρήσεων, και όχι της πεπατημένης των κρατικών επιδομάτων.
Ωστόσο, η συνολική στρατηγική στην οποία εντάσσονται τα μέτρα της κυβέρνησης, ακόμα και αν έχουν μια βραχυχρόνια αποτελεσματικότητα, παραμένει, δυστυχώς, αναχρονιστική, στην πεπατημένη του μοντέλου που εδώ και τουλάχιστον 30 χρόνια έχει καταβυθίσει την Ελλάδα: τον παρασιτισμό.
Πραγματικά, ο πρωθυπουργός στο διάγγελμά του δεν βρήκε ούτε μια λέξη για την αγροτική παραγωγή, τη μεταποίηση, τη στήριξη της αμυντικής βιομηχανίας, την διατροφική και την ενεργειακή αυτοδυναμία μας;
Πολιτική που αποτελεί πρωταρχική προϋπόθεση για την επιβίωση και την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Πόσο μάλλον όταν ζούμε σε καιρούς αχαλίνωτης νεο-οθωμανικής επιθετικότητας αλλά και πολύπλευρης κρίσης του πλανητικού μοντέλου, γεωπολιτικής, οικονομικής, οικολογικής και εσχάτως, υγειονομικής.
Από τον λόγο του πρωθυπουργού λείπει μια διάσταση κεφαλαιώδης για την ανάκαμψή μας: Εκείνη της εσωτερικής ενδυνάμωσης.
Διότι ακόμα και στον τουρισμό, οι περισσότερες κυβερνήσεις της Ε.Ε. απηύθυναν έκκληση στους πολίτες τους να επιλέξουν προορισμούς της δικής τους χώρας για φέτος. ενώ προετοιμάζουν εκτεταμένα προγράμματα επιδότησης της εσωτερικής τουριστικής αγοράς.
Εδώ αντίθετα το voucher θα αφορά μόνο σε 250.000 ανθρώπους, ενώ εμείς αρκούμαστε μόνο στο κυνήγι των διεθνών αγορών.
Μπορεί η εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τον εξωτερικό τουρισμό να είναι μεγάλη, ωστόσο, δεν μπορούμε να κινητοποιήσουμε τον ελληνικό λαό χωρίς μια οραματική πολιτική αναδιάρθρωσης της οικονομίας αλλά και της συνολικής πορείας της χώρας, χωρίς μια νέα «Μεγάλη Ιδέα» για την Ελλάδα, περιοριζόμενοι στο «να βουλώσουμε γρήγορα τις τρύπες ώστε να επανέλθουμε στην κανονικότητα».
Ποιά «κανονικότητα» μπορεί να υπάρξει όταν έχουμε κάθε μέρα και μια ακόμη πρόκληση του τουρκικού επεκτατισμού, όταν οι παγκόσμιες κρίσεις διαδέχονται η μία την άλλη, και όταν το κυρίαρχο πρότυπο του διεθνοποιημένου εμπορίου και της παραγωγής, αναθεωρείται;
Τί περιμένει για να κατανοήσει αυτή την πραγματικότητα η κυβέρνηση Μητσοτάκη που με τη λογική μιας εθνομηδενιστικού τύπου «κανονικότητας» ανήλθε στην εξουσία και όχι μόνο καμία κανονικότητα δεν συνάντησε αλλά υποχρεώθηκε εν τοις πράγμασι να κάνει συχνά τα αντίθετα από εκείνα που διακήρυσσε;!
Ο «νέος πατριωτισμός» δεν μπορεί να παραμένει ρητορικό σχήμα, ούτε να μεταβάλλεται σε εργαλείο του μάρκετινγκ για τις εθνομηδενιστικές φιέστες της κυρίας Αγγελοπούλου.
Θα πρέπει να αποκτήσει πραγματικό περιεχόμενο, να υλοποιήσει πολιτικές εθνικής ανασυγκρότησης, εστιάζοντας σε εκείνους τους πυλώνες που κρίνουν την αυτοδυναμία της Ελλάδας.
Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να πετύχει την αποτελεσματική προστασία των μεσαίων και των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, καθώς και την απαιτούμενη ισχυροποίηση που θα μας επιτρέψει να αποκρούσουμε τις θανάσιμες εθνικές απειλές που αντιμετωπίζουμε.
Αντίθετα το προωθούμενο από την κυβέρνηση μακροπρόθεσμο μοντέλο παραμένει δυστυχώς εκείνο μιας χώρας γκαρσονιών, χρυσής βίζας, καζίνο, απαξίωσης του φυσικού περιβάλλοντος, και των… hot spot.
Ωστόσο, η συνολική στρατηγική στην οποία εντάσσονται τα μέτρα της κυβέρνησης, ακόμα και αν έχουν μια βραχυχρόνια αποτελεσματικότητα, παραμένει, δυστυχώς, αναχρονιστική, στην πεπατημένη του μοντέλου που εδώ και τουλάχιστον 30 χρόνια έχει καταβυθίσει την Ελλάδα: τον παρασιτισμό.
Πραγματικά, ο πρωθυπουργός στο διάγγελμά του δεν βρήκε ούτε μια λέξη για την αγροτική παραγωγή, τη μεταποίηση, τη στήριξη της αμυντικής βιομηχανίας, την διατροφική και την ενεργειακή αυτοδυναμία μας;
Πολιτική που αποτελεί πρωταρχική προϋπόθεση για την επιβίωση και την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Πόσο μάλλον όταν ζούμε σε καιρούς αχαλίνωτης νεο-οθωμανικής επιθετικότητας αλλά και πολύπλευρης κρίσης του πλανητικού μοντέλου, γεωπολιτικής, οικονομικής, οικολογικής και εσχάτως, υγειονομικής.
Από τον λόγο του πρωθυπουργού λείπει μια διάσταση κεφαλαιώδης για την ανάκαμψή μας: Εκείνη της εσωτερικής ενδυνάμωσης.
Διότι ακόμα και στον τουρισμό, οι περισσότερες κυβερνήσεις της Ε.Ε. απηύθυναν έκκληση στους πολίτες τους να επιλέξουν προορισμούς της δικής τους χώρας για φέτος. ενώ προετοιμάζουν εκτεταμένα προγράμματα επιδότησης της εσωτερικής τουριστικής αγοράς.
Εδώ αντίθετα το voucher θα αφορά μόνο σε 250.000 ανθρώπους, ενώ εμείς αρκούμαστε μόνο στο κυνήγι των διεθνών αγορών.
Μπορεί η εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τον εξωτερικό τουρισμό να είναι μεγάλη, ωστόσο, δεν μπορούμε να κινητοποιήσουμε τον ελληνικό λαό χωρίς μια οραματική πολιτική αναδιάρθρωσης της οικονομίας αλλά και της συνολικής πορείας της χώρας, χωρίς μια νέα «Μεγάλη Ιδέα» για την Ελλάδα, περιοριζόμενοι στο «να βουλώσουμε γρήγορα τις τρύπες ώστε να επανέλθουμε στην κανονικότητα».
Ποιά «κανονικότητα» μπορεί να υπάρξει όταν έχουμε κάθε μέρα και μια ακόμη πρόκληση του τουρκικού επεκτατισμού, όταν οι παγκόσμιες κρίσεις διαδέχονται η μία την άλλη, και όταν το κυρίαρχο πρότυπο του διεθνοποιημένου εμπορίου και της παραγωγής, αναθεωρείται;
Τί περιμένει για να κατανοήσει αυτή την πραγματικότητα η κυβέρνηση Μητσοτάκη που με τη λογική μιας εθνομηδενιστικού τύπου «κανονικότητας» ανήλθε στην εξουσία και όχι μόνο καμία κανονικότητα δεν συνάντησε αλλά υποχρεώθηκε εν τοις πράγμασι να κάνει συχνά τα αντίθετα από εκείνα που διακήρυσσε;!
Ο «νέος πατριωτισμός» δεν μπορεί να παραμένει ρητορικό σχήμα, ούτε να μεταβάλλεται σε εργαλείο του μάρκετινγκ για τις εθνομηδενιστικές φιέστες της κυρίας Αγγελοπούλου.
Θα πρέπει να αποκτήσει πραγματικό περιεχόμενο, να υλοποιήσει πολιτικές εθνικής ανασυγκρότησης, εστιάζοντας σε εκείνους τους πυλώνες που κρίνουν την αυτοδυναμία της Ελλάδας.
Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να πετύχει την αποτελεσματική προστασία των μεσαίων και των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, καθώς και την απαιτούμενη ισχυροποίηση που θα μας επιτρέψει να αποκρούσουμε τις θανάσιμες εθνικές απειλές που αντιμετωπίζουμε.
Αντίθετα το προωθούμενο από την κυβέρνηση μακροπρόθεσμο μοντέλο παραμένει δυστυχώς εκείνο μιας χώρας γκαρσονιών, χρυσής βίζας, καζίνο, απαξίωσης του φυσικού περιβάλλοντος, και των… hot spot.
Και δεν αρκούν τα όποια βραχυπρόθεσμα μέτρα, χωρίς διασύνδεση με μια συνολική στρατηγική.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου